πηγή:olympia.gr
νέος Ερμής ο Λόγιος – κυκλοφορεί το 2ο τεύχος
την Παρασκευή 15 Ιουλίου κυκλοφορεί το δεύτερο τεύχος του περιοδικού νέος Ερμής ο Λόγιος, περιοδικής έκδοσης της Εταιρείας Μελέτης Ελληνικού Πολιτισμού
αφιερώματα
Η ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΚΡΙΣΗ
ΕΘΝΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΟΘΩΜΑΝΙΣΜΟΣ
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΕΤΕΡΟΝΟΜΙΑ
Το δεύτερο τεύχος του νέου Λόγιου Ερμή εκδίδεται με καθυστέρηση δύο μηνών, συνέπεια της πρωτοφανούς κρίσης που διέρχεται η χώρα μας, η οποία μας υποχρέωσε να μεταθέσουμε το επίκεντρο του τεύχους σε ζητήματα που αφορούν στην παγκόσμια και ελληνική οικονομική συγκυρία. Ελπίζουμε πως το περιεχόμενο των κειμένων θα αποζημιώσει τους φίλους του περιοδικού, που περιμένουν με δικαιολογημένη ανυπομονησία την έκδοσή του. Εξ αιτίας των αλλαγών, κείμενα όπως του Νικόλαου Μπινιάρη για τον Νταβούτογλου και το Ισλάμ, του Θ. Μπατρακούλη για τη γεωπολιτική της επανάστασης του 21, του Δ. Ευαγγελίδη για τη γλώσσα των αρχαίων Μακεδόνων, και του Απ. Διαμαντή για το κρυφό σχολειό, θα δημοσιευτούν στο επόμενο τεύχος, όπου θα υπάρχει και αφιέρωμα στο γλωσσικό ζήτημα, με τις εισηγήσεις της ημερίδας «Η ιστορική ορθογραφία στη νέα εποχή», που οργάνωσε η Εταιρεία Μελέτης Ελληνικού Πολιτισμού μαζί με το Ανοιχτό Ψυχοθεραπευτικό Κέντρο, στις 28 Μαΐου 2011. Έτσι, το δεύτερο τεύχος του περιοδικού κυκλοφορεί πλέον με δύο αφιερώματα, το πρώτο για το έθνος, τις ταυτότητες και τον οθωμανισμό και το δεύτερο για την κρίση στον κόσμο και την Ελλάδα.
Ακολουθούν αποσπάσματα από τις ενότητες της ανάρτησης για λόγους υπερβολικά μεγάλου μεγέθους
Ο καθηγητής Μιχάλης Μερακλής, σε ένα διεισδυτικό κείμενο, συνεχίζει τη διερεύνηση του αρχαίου ελληνικού κόσμου, που είχε εγκαινιάσει από το πρώτο τεύχος του νέου Λόγιου Ερμή. Επικεντρωμένος στον Ευριπίδη, ανα/αποκαλύπτει τη συνάφεια του αρχαίου νεωτεριστή τραγικού με τον Μπρεχτ και την αποστασιοποίηση, καθώς και με το θέατρο του παραλόγου! Όσον αφορά το πρώτο, χρησιμοποιεί κατ’ εξοχήν την Ανδρομάχη και τις παρεκβάσεις της, που δημιουργούν μια αίσθηση αποστασιοποίησης, για την οποία συχνά κατηγορήθηκε από τους συγχρόνους του: σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, ο Ευριπίδης δεν «οἰκονομεῖ εὖ» τα έργα του, ενώ και τα χορικά του συχνά έχουν μια μακρινή σχέση με τα διαδραματιζόμενα. Όπως σημειώνει ο συγγραφέας, «ο Ευριπίδης είναι πριν από τόσους αιώνες εισηγητής, στην πράξη, της θεωρίας της αποστασιοποίησης, που διατύπωσε ο Μπρεχτ: αν δούμε τις παρεκκλίσεις του από αυτή τη σκοπιά, παύουν να είναι μειονεκτήματα».
Το πρώτο από τα δύο αφιερώματα του νέου Λόγιου Ερμή, που αναφέρεται στην εθνική ταυτότητα, περιλαμβάνει τέσσερις μελέτες, της Ιωάννας Τσιβάκου, του Χαράλαμπου Μηνάογλου, του Τάσου Χατζηαναστασίου και του Γιώργου Παναγόπουλου.
Η ομότιμη καθηγήτρια του Παντείου Πανεπιστημίου, Ιωάννα Τσιβάκου, διερευνά το ζήτημα του έθνους, και κατ’ εξοχήν του ελληνικού, σε ένα κείμενο που ανοίγει έναν νέο δρόμο για τον σχετικό προβληματισμό, ο οποίος, έχοντας υπερβεί τις τρέχουσες αντιπαραθέσεις, θα αποτελέσει αφετηρία για μια γόνιμη συζήτηση. Πράγματι, σήμερα, η συζήτηση για το ελληνικό έθνος διεξάγεται γύρω από δύο κατευθύνσεις. Η πρώτη, που καταδεικνύει την ιστορική του συνέχεια από την αρχαιότητα έως σήμερα, επιμένει στην «υλικότητα» του έθνους: το έθνος αποτελεί μια «υλική» πραγματικότητα – γεωγραφική, κάποτε και φυλετική, γλωσσική, οικονομική, πολιτική, στρατιωτική κ.λπ. Η αντίθετη άποψη – εκείνη του αποδομισμού– θεωρεί ότι το έθνος είναι νεώτερη κατασκευή, η οποία δεν συγκροτείται «υλικά» αλλά μέσω «φαντασιακών» (δηλαδή ιδεολογικών, όχι φανταστικών, αν και ενίοτε πρόκειται για τέτοιες) σημασιών και σηματοδοτήσεων. Είτε η γενίκευση της εκπαίδευσης –σύμφωνα με τον Γκέλνερ– είτε η διαμόρφωση του σύγχρονου έθνους-κράτους, κατά τον Χομπσμπάουμ και τους Έλληνες υποστηρικτές του, αποτελούν το κύριο στοιχείο για τη συγκρότηση του έθνους.
Η ομότιμη καθηγήτρια του Παντείου Πανεπιστημίου, Ιωάννα Τσιβάκου, διερευνά το ζήτημα του έθνους, και κατ’ εξοχήν του ελληνικού, σε ένα κείμενο που ανοίγει έναν νέο δρόμο για τον σχετικό προβληματισμό, ο οποίος, έχοντας υπερβεί τις τρέχουσες αντιπαραθέσεις, θα αποτελέσει αφετηρία για μια γόνιμη συζήτηση. Πράγματι, σήμερα, η συζήτηση για το ελληνικό έθνος διεξάγεται γύρω από δύο κατευθύνσεις. Η πρώτη, που καταδεικνύει την ιστορική του συνέχεια από την αρχαιότητα έως σήμερα, επιμένει στην «υλικότητα» του έθνους: το έθνος αποτελεί μια «υλική» πραγματικότητα – γεωγραφική, κάποτε και φυλετική, γλωσσική, οικονομική, πολιτική, στρατιωτική κ.λπ. Η αντίθετη άποψη – εκείνη του αποδομισμού– θεωρεί ότι το έθνος είναι νεώτερη κατασκευή, η οποία δεν συγκροτείται «υλικά» αλλά μέσω «φαντασιακών» (δηλαδή ιδεολογικών, όχι φανταστικών, αν και ενίοτε πρόκειται για τέτοιες) σημασιών και σηματοδοτήσεων. Είτε η γενίκευση της εκπαίδευσης –σύμφωνα με τον Γκέλνερ– είτε η διαμόρφωση του σύγχρονου έθνους-κράτους, κατά τον Χομπσμπάουμ και τους Έλληνες υποστηρικτές του, αποτελούν το κύριο στοιχείο για τη συγκρότηση του έθνους.
Ο Γιώργος Παναγόπουλος, επίκουρος καθηγητής στην Ανωτάτη Εκκλησιαστική Ακαδημία Βελλάς Ιωαννίνων, στο δοκίμιό του, «Χριστιανισμός και Ισλάμ στο δύον Βυζάντιο, κριτική παρουσίαση της θέσης του M. Balivet», αφορμώμενος από τις θέσεις του τελευταίου στο βιβλίο του, Η Βυζαντινή Ρωμανία και η χώρα των τούρκων Ρουμ. Το ιστορικό ενός χώρου ελληνο-τουρκικής αλληλοδιείσδυσης, εξετάζει ένα ακόμα πανίσχυρο μύθευμα των τελευταίων δεκαετιών, εκείνο της εθελοντικής αλληλοδιείσδυσης ανάμεσα στον ελληνισμό της Μικράς Ασίας και τους Σελτζούκους Τούρκους του Σουλτανάτου των Ρουμ. Ο Παναγόπουλος, επιδεικνύοντας εξαιρετική ευρυμάθεια και γνώση των σχετικών πηγών, καταδεικνύει πως, παρά τα συγκρητιστικά φαινόμενα μεταξύ Ισλάμ και χριστιανισμού, το καθοριστικό στοιχείο παραμένει πάντα η στρατιωτική και πολιτική κυριαρχία των τουρκικών φύλων. Οι εξισλαμισμοί, βίαιοι ή όχι, η καταστροφή των χώρων χριστιανικής λατρείας –που έχει περιγράψει ο καθηγητής Σπύρος Βρυώνης– η συρρίκνωση του ελληνισμού, αποτελούν την προϋπόθεση οιασδήποτε αλληλοδιείσδυσης. Εξ άλλου, αυτή πολύ σπάνια παίρνει τη μορφή αποδοχής ισλαμικών στοιχείων από τους χριστιανικούς πληθυσμούς αντιστρόφως, αφορά μάλλον στην ενσωμάτωση χριστιανικών στοιχείων σε ένα κυρίαρχο Ισλάμ.
Ο Τάσος Χατζηαναστασίου, στο δοκίμιό του «Οθωμανοί Τούρκοι και Βαλκάνια», μοιάζει να συνεχίζει τον προβληματισμό από το σημείο που τον άφησε ο Παναγόπουλος, τόσο χρονικά όσο και εννοιολογικά. Κατ’ αρχάς, εξετάζει κριτικά την άποψη που απορρίπτει τον όρο τουρκοκρατία, προτιμώντας τον «ουδέτερο» όρο «οθωμανική περίοδος», και καταδεικνύει με επάρκεια στοιχείων και συλλογισμών την ακρίβεια των λεγομένων του.
Ο συγγραφέας μελετά την αντίληψη περί «οθωμανικής περιόδου» με αφετηρία τη «ρηξικέλευθη» άποψη μιας θιασώτιδος της νεωτερικής εμφάνισης του ελληνικού έθνους, της Ελένης Γκαρά, η οποία υποστηρίζει πως, εξ αιτίας της ανυπαρξίας ελληνικού έθνους πριν από τη δημιουργία κράτους, δεν υπάρχει και τουρκικός ζυγός, διότι «κάτι που δεν υπάρχει, δεν μπορεί και να καταπιέζεται!» Αξίζει να επιμείνουμε λίγο περισσότερο, διότι η συγκεκριμένη συγγραφέας συγκεφαλαιώνει σε λίγες σελίδες την κυρίαρχη άποψη ορισμένων αποδομητικών κύκλων:
Σήμερα πια, [...] η εικόνα της φοβέρας και της σκλαβιάς έχει δώσει τη θέση της σε μια πιο διαφοροποιημένη παρουσίαση, που επισημαίνει και τις θετικές –ή έστω ουδέτερες– πλευρές της οθωμανικής κυριαρχίας. [...] Γενικά, η αποδέσμευση των βαλκάνιων ιστορικών, ιδίως των Ελλήνων και των Βουλγάρων, από τα προτάγματα των επιμέρους εθνικών ιδεολογιών έχει οδηγήσει στην περιθωριοποίηση του σχήματος του «τουρκικού ζυγού», στην έρευνα και την πανεπιστημιακή διδασκαλία, αν και εξακολουθεί να κυριαρχεί εκτός του επιστημονικού χώρου.
Ο συγγραφέας μελετά την αντίληψη περί «οθωμανικής περιόδου» με αφετηρία τη «ρηξικέλευθη» άποψη μιας θιασώτιδος της νεωτερικής εμφάνισης του ελληνικού έθνους, της Ελένης Γκαρά, η οποία υποστηρίζει πως, εξ αιτίας της ανυπαρξίας ελληνικού έθνους πριν από τη δημιουργία κράτους, δεν υπάρχει και τουρκικός ζυγός, διότι «κάτι που δεν υπάρχει, δεν μπορεί και να καταπιέζεται!» Αξίζει να επιμείνουμε λίγο περισσότερο, διότι η συγκεκριμένη συγγραφέας συγκεφαλαιώνει σε λίγες σελίδες την κυρίαρχη άποψη ορισμένων αποδομητικών κύκλων:
Σήμερα πια, [...] η εικόνα της φοβέρας και της σκλαβιάς έχει δώσει τη θέση της σε μια πιο διαφοροποιημένη παρουσίαση, που επισημαίνει και τις θετικές –ή έστω ουδέτερες– πλευρές της οθωμανικής κυριαρχίας. [...] Γενικά, η αποδέσμευση των βαλκάνιων ιστορικών, ιδίως των Ελλήνων και των Βουλγάρων, από τα προτάγματα των επιμέρους εθνικών ιδεολογιών έχει οδηγήσει στην περιθωριοποίηση του σχήματος του «τουρκικού ζυγού», στην έρευνα και την πανεπιστημιακή διδασκαλία, αν και εξακολουθεί να κυριαρχεί εκτός του επιστημονικού χώρου.
Ο Γιώργος Καραμπελιάς, σε ένα σύντομο εισαγωγικό σημείωμα, στο αφιέρωμα του νέου Λόγιου Ερμή για την παγκόσμια οικονομική κρίση, αναφέρεται στους μηχανισμούς της διχοτομημένης πλέον υφής της παγκόσμιας οικονομίας:
Η μεταφορά του επικέντρου της παγκόσμιας συσσώρευσης στην Άπω Ανατολή εγκαινίασε έναν δυϊστικό παγκόσμιο οικονομικό κύκλο: ο πρώην «τρίτος κόσμος», και κατ’ εξοχήν η Ανατολή, μεταβάλλονται στο επίκεντρο της παγκόσμιας παραγωγής, ενώ, τη ίδια στιγμή, στη Δύση, βαθαίνει η οικονομική κρίση. Αυτή η μετατόπιση του οικονομικού επίκεντρου, για πρώτη φορά εκτός του μητροπολιτικού πυρήνα, τροφοδοτεί μια διάχυση της οικονομικής ανάπτυξης στο σύνολο του Τρίτου Κόσμου [ ]. Και στον ανοδικό κύκλο φαίνεται να εντάσσονται τόσο οι χώρες της Λατινικής Αμερικής, και κατ’ εξοχήν η Βραζιλία, όσο και της Εγγύς Ανατολής και της Αφρικής, που τροφοδοτούν με πρώτες ύλες και ορυκτά την τερατώδη βιομηχανική παραγωγή βασικών αγαθών της Κίνας.
Σε αυτό το αφιέρωμα, έχουμε συμπεριλάβει πέντε κείμενα, δύο που αφορούν στην ανάδυση της Κίνας και της Βραζιλίας, γραμμένα από δύο συγγραφείς παγκόσμιας εμβέλειας, τον Τζοβάνι Αρίγκι και τον Πέρυ Άντερσον, καθώς και τρία κείμενα για την ελληνική οικονομία και κοινωνία που εξετάζουν όχι την τρέχουσα κρίση, αλλά τις προϋποθέσεις της. Ο Γιώργος Καραμπελιάς εξετάζει τους μηχανισμούς της μεταπρατικής διαμόρφωσης της ελληνικής οικονομίας, ήδη πριν την επανάσταση του 1821, ο Κώστας Μελάς τη διαδικασία αποικιοποίησης του ελληνικού κράτους μέσω του δανεισμού, από το 1825 έως σήμερα, ενώ οι Παύλος Καρανικόλας και Νίκος Μαρτίνος περιγράφουν μία αποφασιστική όψη αυτής της παρασιτικής ενσωμάτωσης, την παραγωγική κρίση της ελληνικής γεωργίας.
Η μεταφορά του επικέντρου της παγκόσμιας συσσώρευσης στην Άπω Ανατολή εγκαινίασε έναν δυϊστικό παγκόσμιο οικονομικό κύκλο: ο πρώην «τρίτος κόσμος», και κατ’ εξοχήν η Ανατολή, μεταβάλλονται στο επίκεντρο της παγκόσμιας παραγωγής, ενώ, τη ίδια στιγμή, στη Δύση, βαθαίνει η οικονομική κρίση. Αυτή η μετατόπιση του οικονομικού επίκεντρου, για πρώτη φορά εκτός του μητροπολιτικού πυρήνα, τροφοδοτεί μια διάχυση της οικονομικής ανάπτυξης στο σύνολο του Τρίτου Κόσμου [ ]. Και στον ανοδικό κύκλο φαίνεται να εντάσσονται τόσο οι χώρες της Λατινικής Αμερικής, και κατ’ εξοχήν η Βραζιλία, όσο και της Εγγύς Ανατολής και της Αφρικής, που τροφοδοτούν με πρώτες ύλες και ορυκτά την τερατώδη βιομηχανική παραγωγή βασικών αγαθών της Κίνας.
Σε αυτό το αφιέρωμα, έχουμε συμπεριλάβει πέντε κείμενα, δύο που αφορούν στην ανάδυση της Κίνας και της Βραζιλίας, γραμμένα από δύο συγγραφείς παγκόσμιας εμβέλειας, τον Τζοβάνι Αρίγκι και τον Πέρυ Άντερσον, καθώς και τρία κείμενα για την ελληνική οικονομία και κοινωνία που εξετάζουν όχι την τρέχουσα κρίση, αλλά τις προϋποθέσεις της. Ο Γιώργος Καραμπελιάς εξετάζει τους μηχανισμούς της μεταπρατικής διαμόρφωσης της ελληνικής οικονομίας, ήδη πριν την επανάσταση του 1821, ο Κώστας Μελάς τη διαδικασία αποικιοποίησης του ελληνικού κράτους μέσω του δανεισμού, από το 1825 έως σήμερα, ενώ οι Παύλος Καρανικόλας και Νίκος Μαρτίνος περιγράφουν μία αποφασιστική όψη αυτής της παρασιτικής ενσωμάτωσης, την παραγωγική κρίση της ελληνικής γεωργίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η αποφυγή ύβρεων και αισχρολογίας είναι ο μόνος περιορισμός για την δημοσίευση των σχολίων σας.
Δεν λογοκρίνονται οποιαδήποτε σχόλια για τις απόψεις σας, τις ιδέες σας ή η γνώμη σας.
Μπορείτε να γράψετε ΟΤΙ ΘΕΛΕΤΕ